Η παρούσα διπλωματική εργασία προτείνει ένα Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών στην περιοχή της Αλοννήσου, το οποίο θα αποσκοπεί στη μελέτη, προστασία και διατήρηση των βιοτόπων του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Αλοννήσου και Βορείων Σποράδων. Η πρόταση μας αφορά ένα διεπιστημονικό κέντρο ερευνών στο οποίο εντάσσεται ο Φορέας Διαχείρισης του Θαλάσσιου Πάρκου, η «ΜOμ» ως φορέας προστασίας της μεσογειακής φώκιας (monachus monachus), η οποία αποτελεί ενδημικό είδος και ένα Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας, το οποίο θα μελετά την υποθαλάσσια βιοποικιλότητα του πάρκου.
Μετά από εκτενή έρευνα όσον αφορά τις λειτουργίες του κάθε τομέα που εντάσσουμε, καθώς και της επίσκεψής μας στο νησί της Αλοννήσου, επιλέξαμε την περιοχή του Αγίου Δημητρίου για την τοποθεσία της λύσης μας.
Από την αρχή της συνθετικής μας πορείας τοποθετηθήκαμε παράλληλα στις υψομετρικές και δημιουργήσαμε ένα όριο πάνω στο ίχνος του ρέματος. Αυτό που μας απασχόλησε ιδιαίτερα ήταν ο τρόπος κατάβασης στη θάλασσα και η χρήση της λειτουργίας της δεξαμενής νερού ως βασικό συνθετικό στοιχείο. Η κατάβαση στη θάλασσα ήταν εξ αρχής ένα εξέχων στοιχείο, κάθετο στις υψομετρικές, που ακολουθεί τη φυγή προς την Περιστέρα, ενώ καταλήγει σε έναν κύλινδρο, ο οποίος λειτουργεί ως δεξαμενή νερού. Στη συνέχεια, τοποθετείται η στροφή, που έρχεται και κλείνει, «ολοκληρώνει» με δυναμικό τρόπο την γραμμικότητα της οριζόντιας μπάρας και ενώνει όλα τα στοιχεία της σύνθεσης σε ένα σύνολο.
Η συνθετική διαδικασία μπορεί να περιγραφεί ως εξής: δυο τοιχία τοποθετούνται παράλληλα στην κλίση του εδάφους, τα τοιχία αυτά ολισθαίνουν και ορίζουν τον άξονα της κίνησης. Με βάση την ανάλυση του τόπου, τοποθετούνται οι χαράξεις και στη συνέχεια ο αυστηρός κάναβος πολλαπλάσιο του 3, ο οποίος προσφέρει ρυθμό. Ακολουθώντας τη χάραξη από τη φυγή προς τον Άγιο Δημήτριο, το πίσω τοιχίο στρίβει. Στην αριστερή παρειά, τοποθετείται ένα τρίτο τοιχίο που τέμνει τα δύο πρώτα και δημιουργεί ένα όριο ανάμεσα στην παρέμβαση και στο ίχνος του ρέματος που διακρίνεται στο τοπίο, ενώ παράλληλα παραλαμβάνει από το δρόμο και οδηγεί στον άξονα της κίνησης. Έπειτα, μια πλατφόρμα κίνησης που διατρυπά έκκεντρα τα δυο τοιχία και προσεγγίζει τη θάλασσα, ακολουθώντας τη φυγή προς την Περιστέρα και ταυτίζεται με τον κύλινδρο, μέσω του οποίου επιτυγχάνεται η κατάληξη της λύσης στο στοιχείο του νερού. Τέλος, τρεις κύβοι τοποθετούνται ως ανεξάρτητες οντότητες στην αριστερή παρειά, ενώ ένας τέταρτος τοποθετείται διαγωνίως και αντιστικτικά σε αυτούς. Τα στοιχεία αυτά περικλείουν τις βασικές λειτουργίες και δημιουργούν ένα νοητά κλειστό σχήμα. Η σύνθεση διαχωρίζεται ευδιάκριτα από τον άξονα γης-θάλασσας σε δημόσιο και ιδιωτικό μέρος. Το ιδιωτικό μέρος βρίσκεται στο αριστερό τμήμα της σύνθεσης, ενώ το δημόσιο στο δεξί.
Η είσοδος στον κτιριακό όγκο γίνεται από το τοιχίο – όριο, που σηματοδοτεί την έναρξη της σύνθεσης. Ο επισκέπτης εισέρχεται στον πύργο και στη συνέχεια παραλαμβάνει την υπαίθρια κίνηση ανάμεσα στα δυο τοιχία. Στον περίπατο αυτό ο επισκέπτης παρατηρεί τη σύνθεση στο σύνολό της από ψηλά, ενώ παράλληλα του προσφέρεται μια πανοραμική εποπτεία του τοπίου, του θαλάσσιου πάρκου, της νήσου Περιστέρας και της παραλίας του Αγίου Δημητρίου. Στο ίδιο τμήμα κίνησης βρίσκονται ο χώρος του αμφιθεάτρου, ο οποίος είναι υπόσκαφος και της βιβλιοθήκης, ο οποίος είναι ημιυπόσκαφος, εξυπηρετούν και τους τρεις φορείς, αφού έχουν ως στόχο την ενημέρωση και την περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση του κοινού.
Σε συνέχεια του δημοσίου τμήματος του κτιρίου βρίσκουμε ένα χώρο αρχείου του φορέα διαχείρισης, ένα χώρο συσκέψεων, χώρο ανάγνωσης και χώρο περιοδικών εκθέσεων, που αφορά κυρίως την παρουσίαση ευρημάτων και εργασιών από τη μελέτη του θαλάσσιου πάρκου. Οι χώροι αυτοί χωρίζονται διακριτά μεταξύ τους με αντηρίδες και ενώνονται με μια γέφυρα, ενώ ανάμεσα τους βρίσκονται διώροφοι χώροι, που προσφέρουν διαγώνιες σχέσεις, επιτρέπουν την εισχώρηση του φωτός, διευκολύνουν την κατακόρυφη κίνηση και διατηρούν τον ρυθμό. Στο υπόσκαφο τμήμα, βρίσκεται η βιβλιοθήκη, και κάποιοι επιπλέον βοηθητικοί χώροι.
Στο κατώτερο επίπεδο, βρίσκονται τα γραφεία του φορέα διαχείρισης, η καφετέρια, ο χώρος εστίασης, το παρασκευαστήριο και η βιβλιοθήκη, τα οποία συνοδεύονται από βοηθητικούς χώρους. Στο επίπεδο αυτό βρίσκεται και η πλατφόρμα που λειτουργεί ως το στοιχείο μετάβασης από τη γη στη θάλασσα.
Ενώ, στο ιδιωτικό τμήμα του συγκροτήματος, στο Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας τοποθετούνται τρια εργαστήρια ως αυτόνομες μονάδες, που συνδέονται μεταξύ τους με υπαίθριες γέφυρες για τη αποτελεσματικότερη λειτουργία τους. Συνοδεύονται από υπόσκαφους χώρους αποθήκευσης, καθώς και χώρους διοίκησης στα πατάρια, καταλαμβάνοντας 855 τμ. Οι λειτουργικές απαιτήσεις του Φορέα διαχείρισης αφορούν χώρο γραφείων, χώρο συσκέψεων και χώρο αρχείου, καταλαμβάνοντας 244 τμ. Για τη «MΟμ» είναι απαραίτητη η ύπαρξη κτηνιατρείου, χώρου ταΐσματος και δεξαμενής νερού. Οι λειτουργίες αυτές καταλαμβάνουν 584 τμ και είναι σημαντικό να βρίσκονται σε έναν ξεχωριστό χώρο, ο οποίος θα έχει άμεση σχέση με τη θάλασσα.
Το ανώτατο επίπεδο του κυλίνδρου, είναι ένας κενός ημιυπαίθριος χώρος, που λειτουργεί ως παρατηρητήριο. Στο κέντρο του βρίσκεται μια οπή που εισάγει φυσικό φως και αποκαλύπτει το εσωτερικό του κυλίνδρου. Στα επόμενα επίπεδα, τοποθετούνται οι βασικές λειτουργίες για την περίθαλψη της μεσογειακής φώκιας. Αρχικά, βρίσκεται το κτηνιατρείο, στη συνέχεια ο χώρος φύλαξης και συντήρησης του καταδυτικού εξοπλισμού που εξυπηρετεί τις καταδύσεις του ινστιτούτου ωκεανογραφίας και τέλος ο χώρος περίθαλψης της μεσογειακής φώκιας. Στον τελευταίο αυτό χώρο, βρίσκεται και η δεξαμενή νερού, η οποία χωρίζεται σε δυο μέρη. Το ένα τμήμα της χρησιμοποιείται ως καραντίνα για τις άρρωστες φώκιες, ενώ το δεύτερο χρησιμοποιείται για τις υγιείς. Ο χώρος αυτός είναι ανοιχτός και επισκέψιμος, ενώ η δεξαμενή νερού περιβάλλεται από μια ξύλινη επιφάνεια όπου γίνεται το τάισμα της φώκιας. Στο επίπεδο αυτό τοποθετούνται αναβατόρια για την ευκολότερη μεταφορά, τόσο των δειγμάτων, όσο και κλουβιών από το ένα επίπεδο στο άλλο, αφού έχει άμεση σχέση με την αποβάθρα. Στο κατώτερο επίπεδο βρίσκεται το μηχανολογικό σύστημα της δεξαμενής, που αντλεί θαλασσινό νερό.
Η συνολική εντύπωση που αφήνει το κτίριο διαφαίνεται έντονα στη διαχείριση της νοτιοανατολικής όψης. Ο ρυθμός που δημιουργείται από την εναλλαγή σκιάς-φωτός και κενού-πλήρους διακρίνεται ξεκάθαρα. Στα σημεία όπου το τοιχίο-προσωπείο σπάει, τοποθετούνται κατακόρυφες μεταβαλλόμενες περσίδες. Ο ρυθμός δίνεται επίσης από την επανάληψη των αντηρίδων στο δεξί τμήμα της όψης, ενώ ο άξονας που ενώνει τη γη με τη θάλασσα τονίζεται και εδώ, ως μια γραμμή που τοποθετείται έκκεντρα στο οριζόντιο μέτωπο. Το παρατηρητήριο εισόδου και η βιβλιοθήκη λειτουργούν ως στοιχεία έξαρσης. Οι λωρίδες ανοιγμάτων, τονίζουν την οριζοντιότητα της σύνθεσης και να διατηρούν τις αυστηρές κλειστές γεωμετρίες που τη δομούν. Το τοιχίο αντιστήριξης, στο δεξί τμήμα της σύνθεσης, φαίνεται να στρίβει και να αποτελεί μέρος της όψης. Δίνεται έμφαση στο φέροντα οργανισμό, τραβώντας τα υποστυλώματα στο σημείο των ανοιγμάτων προς τα έξω.
Εικόνα 1: Υποθαλάσσιο Οικοσύστημα Αλοννήσου
Εικόνα 2: Περιοχή Τοποθεσίας Λύσης
Εικόνα 3: Συνθετική Πορεία Λύσης
Εικόνα 4: Διάγραμμα Κινήσεων
Εικόνα 5: Κτιριολογικό Πρόγραμμα
Εικόνα 6: Κατόψεις Κύριου Κτιριακού Συγκροτήματος │ Διαμήκης Τομή
Εικόνα 7: Κατόψεις Κέντρου Περίθαλψης
Εικόνα 8: Εγκάρσια Τομή
Εικόνα 9: Φωτογραφίες Μακέτας 1:200
Εικόνα 10: Σκίτσο Όψης