Προγραμματίζοντας την επέκταση της ελληνικής πόλης στα πλαίσια της βιωσιμότητας, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε, ως ένα βαθμό, το πρόβλημα της άτακτης διασποράς κτιρίων και δραστηριοτήτων. Με αυτήν την παραδοχή, επιλέγεται μία περιοχή επέκτασης της πόλης του Ρεθύμνου, ανάμεσα σε άλλες τουΓενικού Πολεοδομικού Σχεδίου,λόγω των ιδιαίτερων φυσικών χαρακτηριστικών της, για να εφαρμοστεί πρόταση για την προγραμματισμένη πολεοδόμησή της. Σκοπός της μελέτης είναι να δημιουργηθεί μία πρότυπη περιοχή οικιστικής ανάπτυξης με βιοκλιματικά χαρακτηριστικά, προσαρμοσμένη στην ανάγκη επέκτασης της πόλης, που θα προωθεί τη βιωσιμότητα και παράλληλα θα εναρμονίζεται με τον ήδη υπάρχοντα πολεοδομικό ιστό και με το φυσικό περιβάλλον.
Προκειμένου να επιτευχθεί ο παραπάνω στόχος, απαιτείται, αρχικά, η διερεύνηση της περιοχής μελέτης, αλλά και της ευρύτερης περιοχής, όσον αφορά τα ειδικά φυσικά και πολεοδομικά χαρακτηριστικά τους.
Προτείνεται, λοιπόν, ο πολεοδομικός σχεδιασμός ενός βιώσιμου οικισμού για μόνιμη κατοίκηση που θα φιλοξενεί 1050 άτομα, αλλά και τις απαραίτητες λειτουργικές υποδομές προσαρμοσμένες στις νέες ανάγκες του πληθυσμού. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον δίνεται στην ομαλή ένταξη των κτιριακών μονάδων και των λειτουργικών δικτύων, στο έντονο ανάγλυφο της περιοχής. Η τελική σύνθεση που προκύπτει ολοκληρώνεται με ένα ενιαίο σύστημα πεζοδρόμων, οδών, πάρκων πρασίνου, πλατειών και χώρων αθλητισμού.
Πιο συγκεκριμένα, η κύρια αδυναμία στην περιοχή, είναι οι υφιστάμενες οδοί που τη διαπερνούν, χωρίζοντας την σε τρία διακριτά τμήματα. Ο σχεδιασμός ακολουθεί κατά συνέπεια, τη λογική του οργανωμένου οικισμού, στο πλαίσιο όμως, της επανένωσης αυτών των τμημάτων και της δημιουργίας κέντρου δημοσίων χρήσεων. Βασικό στόχο αποτελεί η ανάδειξη του υπάρχοντος ρέματος που διασχίζει κεντρικά την περιοχή, παράλληλα με τη διαφύλαξη και ενίσχυση του υπάρχοντος πρασίνου, καθώς και τη δημιουργία υδάτινων επιφανειών.
Όσον αφορά τον υφιστάμενο κτιριακό ιστό, ο σχεδιασμός προβλέπει την ομαλή ένταξή του στο νέο, αλλά και την προστασία του από την ηχορύπανση και την οπτική επαφή με την εθνική οδό, δημιουργώντας πράσινα φίλτρα σαν μέτωπο προς αυτήν. Τέλος, κάτι που δε γινόταν να αποφευχθεί, είναι ο προσανατολισμός του οικισμού, προς το βορρά, εκμεταλλευόμενη την απρόσκοπτη θέα προς τη θάλασσα.
Ως προς το φυσικό στοιχείο, αποσκοπείται η διαφύλαξη των ρεμάτων της περιοχής μελέτης. Οι υπάρχουσες οδικές συνδέσεις με την πόλη κρίνονται επαρκείς, δημιουργούνται όμως δύο ακόμα για την άμεση είσοδο και έξοδο από τον αυτοκινητόδρομο. Τέλος, Οι χαράξεις, των οδών, διαμορφώνονται, ακολουθώντας τις φυσικές κλίσεις του αναγλύφου.
Συνοψίζοντας, βασικές παράμετροι για το σχεδιασμό, αποτέλεσαν η ενσωμάτωση του δομημένου περιβάλλοντος στη φύση και το κλίμα της περιοχής, η διαφύλαξη του υπάρχοντος φυσικού τοπίου και η βελτίωση του μικροκλίματος, με σκοπό τη δημιουργία ενός οικισμού που θα διέπεται από αρχές βιοκλιματικού σχεδιασμού, εκμεταλλευόμενη τις τοπικές κλιματικές συνθήκες. Ο σχεδιασμός κάθε στοιχείου της συνολικής σύνθεσης φέρει σχέσεις αλληλεξάρτησης με τα υπόλοιπα, οδηγώντας όλα στο καλύτερο δυνατό περιβάλλον διαβίωσης για τους κατοίκους με την ταυτόχρονη περιβαλλοντική προστασία.