Με αφετηρία τον ευρύτερο θεματικό άξονα στον οποίο κινείται η παρούσα διπλωματική εργασία, δηλαδή το σχεδιασμό ενός περιπτέρου για την Expo 2025 στο Ρότερνταμ, η πρόταση επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει την έννοια του νοσοκομειακού χώρου, ερευνώντας θεωρητικές και υλικές προεκτάσεις της προσέγγισης του αρχιτεκτονικού χώρου ως συνέχεια του ανθρώπινου σώματος, μέσω της ενσωμάτωσης διαδραστικών τεχνολογιών (αισθητήρων και μικροελεγκτών Arduino).
Η παρέμβαση τοποθετείται σε ένα από τα πλέον κεντρικά σημεία του Ρότερνταμ, δίπλα στο Kunsthal και στο νοσοκομείο Erasmus MC, το οποίο λειτουργεί ως μια αυτόνομη περίκλειστη μικροκοινότητα, και πέρα από τους ασθενείς και το ιατρικό προσωπικό απορροφά ένα μεγάλο κομμάτι της φοιτητικής κοινότητας του Ρότερνταμ, καθ` ότι τμήμα του συγκροτήματος λειτουργεί ως πανεπιστήμιο.
Ο στόχος της παρέμβασης είναι να λειτουργήσει μακροπρόθεσμα ως επέκταση του νοσοκομειακού συγκροτήματος, και να απορροφήσει κατά τη διάρκεια της Expo κάποιο κομμάτι των χρηστών του συγκροτήματος, δημιουργώντας μια σειρά από ενδιάμεσους χώρους οι οποίοι αποτελούν τόποι συνάντησης και συσχέτισης ασθενών, επισκεπτών και φοιτητών-επιστημόνων. Με αυτό τον τρόπο η παρέμβαση επιχειρεί να σχολιάσει και να ανατρέψει την επικρατούσα αντίληψη περί αντιμετώπισης του ασθενή ως μια μονάδα ιδεατά πλήρως αποκομμένη από την κοινωνία. Με αφορμή την αυξημένη κυκλοφορία τεχνολογιών όπως μικροηλεκτρονικές συσκευές (Arduino), έξυπνων υλικών και βιοαισθητήρων, η πρόταση εξετάζει το τι θα μπορούσε να σημαίνει η ενσωμάτωση αυτών των τεχνολογιών στο νοσοκομείο του μέλλοντος, στα οποία ο αρχιτεκτονικός χώρος θα μπορούσε να είναι μια σειρά από διαδραστικά περιβάλλοντα ικανά να αντιδρούν στα ερεθίσματα του σώματος και να προσαρμόζονται στις εκάστοτε απαιτήσεις του ασθενή. Σε αυτό το σενάριο το άτομο μετατρέπεται σε μετα-άνθρωπο, και η αντιμετώπιση του χωρικού σχεδιασμού δεν είναι πλέον ανθρωποκεντρική, μιας και ο χώρος αντιμετωπίζεται σαν ισάξιο μέλος ενός ευρύτερου assemblage: οι ενδιάμεσοι χώροι συσχετισμού των ασθενών με τους υπόλοιπους χρήστες μετατρέπονται σε τόπους επαύξησης και εξωτερίκευσης των λειτουργιών του ανθρώπινου σώματος, όπου στοιχεία τυπικά θεωρούμενα ως ιατρικής σημασίας όπως η καρδιακή λειτουργία ή η μέτρηση της αδρεναλίνης, μπορούν να μεταφραστούν σε κινήσεις του χώρου και να μετατραπούν σε χωρικές χορογραφίες και ηχοτόπια.
Πέραν των προαναφερθέντων θεωρητικών προεκτάσεων, κεντρικό σημείο προβληματισμού ήταν το πώς θα μπορέσουν να ενσωματωθούν ταυτόχρονα στη σχεδιαστική διαδικασία ζητήματα διαφορετικής κλίμακας, με στόχο να διερευνηθεί το πώς μικρές αλλαγές κάποιας τοπικής παραμέτρου μπορούν να επηρεάσουν το τελικό αποτέλεσμα. Στην αστική κλίμακα, το κυρίως ζητούμενο ήταν η πλήρης απορρόφηση του κτηρίου από τον περιβάλλοντα χώρο, έτσι ώστε να εμφανίζεται ως φυσική συνέχεια του τοπικού πάρκου, ενώ παράλληλα θα αποτελέσει πόλος έλξης για την τοπική και υπερτοπική κοινότητα, επιτρέποντας δυναμικές εμπλοκές των ροών. Τα στοιχεία αυτά ενσωματώθηκαν σε ένα συνολικό αλγόριθμο ο οποίος ακολουθώντας τη λογική της νοημοσύνης σμήνους (swarm intelligence) σχημάτισε την αρχική γεωμετρία. Σε δεύτερη φάση επιχειρήθηκε η ταυτόχρονη διαχείριση ζητημάτων ποιότητας εσωτερικών χώρων, σκιασμού, στατικής μελέτης και κατασκευής, ως στοιχεία τα οποία παραμετροποιήθηκαν, ενσωματώθηκαν στον αρχικό αλγόριθμο και μεταφράστηκαν σε ένα πλέγμα διανυσματικών σχέσεων, το οποίο τελικά και επέτρεψε στις αρχικές ιδέες να πάρουν απτή γεωμετρική μορφή, διατηρώντας μια αισθητική συνέπεια σε όλες τις κλίμακες.